τετράπυλα

τετράπυλα
τετράπυλον
archway entered from four sides
neut nom/voc/acc pl
τετράπυλος
archway entered from four sides
neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Ιορδανία — Επίσημη ονομασία: Χασεμιτικό Βασίλειο της Ιορδανίας Έκταση: 92.300 τ. χλμ. Πληθυσμός: 5.307.470 (2002) Πρωτεύουσα: Αμμάν (1.415.000 κάτ. το 1999)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Δ με το Ισραήλ και τη Δυτική Όχθη… …   Dictionary of Greek

  • φιλοκαλώ — φιλοκαλῶ, έω, ΝΜΑ [φιλόκαλος] έχω την αίσθηση τού ωραίου σε όλες του τις εκφάνσεις, αγαπώ το ωραίο, έχω καλαισθησία μσν. αρχ. διακοσμώ με καλαισθησία («φιλοκαλήσας τά τετράπυλα μαρμάροις», Μαλάλ. Ι.) αρχ. 1. επιδιώκω να τιμηθώ για κάτι («εἰς… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”